Αυτό είναι ένα μικρό αφιέρωμα-φόρος τιμής στον κιθαρίστα, συνθέτη και πάνω από όλα Άνθρωπο Rory Gallagher. Τον αντιήρωα της κιθάρας. Αν όλοι οι εξ άχορδοι θέλουν τη σκηνή δική τους και τον προβολέα πάνω τους όλη την ώρα, ο Rory ήταν απλός, σεμνός όλη του τη ζωή. Δεν καταλάβαινε τον θόρυβο που γινόταν γύρω από το όνομα του και σε καμιά περίπτωση δεν θεωρούσε τον εαυτό του ως κάτι το άφταστο, το εξωτικό, το υπερβολικό. Το ταλέντο του ξεχείλιζε. Ακούστε οποιοδήποτε ηχογράφημά του και θα το διαπιστώσετε από μόνοι σας. Η μουσική του βγήκε από την ψυχή, γι αυτό κάθε φορά που ακούτε τα κομμάτια του ίσως νιώθετε ένα ρίγος να σας διαπερνά, αισθάνεστε κάτι δυνατό και όμορφο. Είναι αυτή η μαγεία που κατόρθωσε ο να περάσει μέσα από τις νότες κατευθείαν στις καρδιές όλων μας.
H ιστορία πάντα έχει μιαν αρχή κι ένα τέλος. Κι η αρχή της πάει πίσω σε μια μικρή πόλη το Bellyshanon της Ιρλανδίας. Εκεί γεννήθηκε ο Rory Gallagher στις 2 Μαρτίου του 1949. Πολύ γρήγορα μετακόμισε στο Cork . Hταν μόλις 9 χρονών όταν αγόρασε την πρώτη του ακουστική κιθάρα επηρεασμένος από τον Elvis που είχε δει τότε στη τηλεόραση. Δε ξέρω πόσο παράξενο μπορεί σε κάποιον ν ακουστεί αλλά οι αυτοδίδακτοι μουσικοί δεν ήταν κάτι παράξενο εκείνα τα χρόνια. Το παράξενο ήταν πως γινόντουσαν βιρτουόζοι. Κι ο Rory ήταν αυτοδίδακτος. Στα 12 κέρδισε την πρώτη του ηλεκτρική κιθάρα σ’ ένα διαγωνισμό ταλέντων και στα 13 του έφτιαξε την πρώτη του μπάντα τους Fontana Showband με τους οποίους άρχισε να παίζει support σε διάφορες μπάντες της εποχής επηρεασμένος από το παίξιμο του Chuck Berry. Στα 16 του φτιάχνει τους Impact όπου πια ο νεαρός –τότε- Rory ξεκινά το «ταξίδι» του στη ροκ παίζοντας πρώτη φορά εκτός της χώρας του, στην Ισπανία και τη Γερμανία.
Το 1965-1966 σχηματίζονται οι Taste. Με τον John Wilson στα ντραμς και τον Richard McCracken στο μπάσο. Το 1968 η μπάντα πηγαίνει στο Λονδίνο ενώ το 1969-1971 κυκλοφορούν τα άλμπουμ “Taste”, “On the boards” περιοδεύοντας παράλληλα και στην Αμερική. Τελευταίο άλμπουμ το “Live Taste” το οποίο περιελάμβανε την εμφάνιση τους στο φεστιβάλ του Isle Of Wight, στο οποίο εντυπωσίασαν μένοντας ανεπηρέαστοι από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός τους είχε μόλις κλαπεί. Οι McCracken και Wilson αποχωρούν για να σχηματίσουν τους Stud και τότε ο Rory φτιάχνει τη προσωπική του μπάντα. Βρίσκει τον –χαρισματικό πιτσιρίκο τότε- Gerry McAvoy για μπασίστα (με τον οποίο συνεργάστηκε για πολλά χρόνια μετά) ενώ στα ντραμς αναλαμβάνει ο Wilgar Cambpell.
Ο Rory Gallagher ξεκινά τη δισκογραφία του μα, το καλύτερο γι αυτόν, ξεκινά και τις περιοδείες του. Η φήμη του εξαπλώνεται παντού. Τα 150άλεπτα σόου του φαντάζουν μυθικά σήμερα που οι περισσότεροι, με μια 90λεπτη παράσταση πολυμελούς γκρουπ, μοιάζουν ευτυχισμένοι...Το 1974 οι Rolling Stones τον ζήτησαν στις τάξεις τους. Όμως ο Rory αρνήθηκε. Δεν ταίριαζε, δεν «κόλλαγε» με το στυλ, την έκφραση και το «φτιασίδωμα» των Stones. Ο Rory ήταν ένας απλός, έντιμος μουσικός αφιερωμένος στο μπλουζ, βίωνε το rock αληθινά κι η ζωή του ήταν η δημιουργία κι όχι απλά το αριστοτεχνικό παίξιμο σε μια μεγάλη μπάντα.
Δεν παντρεύτηκε ποτέ, δεν έκανε παιδιά. Το αλκοόλ του κατέστρεψε τη ζωή. Τα τελευταία χρόνια ήταν ιδιαίτερα δύσκολα γι αυτόν. Πέθανε από πνευμονικό οίδημα ύστερα από τη μεταμόσχευση συκωτιού που είχε υποβληθεί. Ο Rory Gallagher έπαιξε με μερικούς από τους μεγαλύτερους μουσικούς. Ενέπνευσε πολλούς άλλους που πίνουν νερό στ όνομά του. Ο Rory πούλησε 30 εκατομμύρια δίσκους κι ακόμα πουλάει στους ορκισμένους φίλους του. Σ' όλους αυτούς που οι ήρωες δε σημαίνουν τίποτα παρά μόνο την αγάπη και την αφοσίωση σ αυτό που τους γεμίζει, σ αυτό που τους κάνει να νιώθουν καλά, σ αυτό που τάχθηκαν να δημιουργήσουν και να ζήσουν.
Στο εξωτερικό υπάρχουν πολλές tribute bands που συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να παίζουν Gallagher. Θα θυμάμαι όμως πάντα μόνο μια. Τον Αύγουστο του 2004 στο 2nd European Blues Festival στη πόλη του Βόλου, μερικές δεκάδες νοσταλγοί του Rory χόρεψαν τιμώντας τον μαζί με τη «παρέα» του, τους «Bands of Friends of Rory Gallagher», τον Gerry McAvoy (bass), τον Lou Martin (keybords), τον Ted McKenna (drums), τον Brendan O'Neil (drums), τον Gwyn Ashton (guitar), τον Dennis Greaves (guitar), Mark Feltham (harmonica) και τους υπόλοιπους που έφτασαν μέχρι εκεί...κι αυτό θα συνεχίζεται όσο υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που τον θυμούνται με την ίδια Fender Stratocaster και παίζουν δυνατά τα σόλα του…
H ιστορία πάντα έχει μιαν αρχή κι ένα τέλος. Κι η αρχή της πάει πίσω σε μια μικρή πόλη το Bellyshanon της Ιρλανδίας. Εκεί γεννήθηκε ο Rory Gallagher στις 2 Μαρτίου του 1949. Πολύ γρήγορα μετακόμισε στο Cork . Hταν μόλις 9 χρονών όταν αγόρασε την πρώτη του ακουστική κιθάρα επηρεασμένος από τον Elvis που είχε δει τότε στη τηλεόραση. Δε ξέρω πόσο παράξενο μπορεί σε κάποιον ν ακουστεί αλλά οι αυτοδίδακτοι μουσικοί δεν ήταν κάτι παράξενο εκείνα τα χρόνια. Το παράξενο ήταν πως γινόντουσαν βιρτουόζοι. Κι ο Rory ήταν αυτοδίδακτος. Στα 12 κέρδισε την πρώτη του ηλεκτρική κιθάρα σ’ ένα διαγωνισμό ταλέντων και στα 13 του έφτιαξε την πρώτη του μπάντα τους Fontana Showband με τους οποίους άρχισε να παίζει support σε διάφορες μπάντες της εποχής επηρεασμένος από το παίξιμο του Chuck Berry. Στα 16 του φτιάχνει τους Impact όπου πια ο νεαρός –τότε- Rory ξεκινά το «ταξίδι» του στη ροκ παίζοντας πρώτη φορά εκτός της χώρας του, στην Ισπανία και τη Γερμανία.
Το 1965-1966 σχηματίζονται οι Taste. Με τον John Wilson στα ντραμς και τον Richard McCracken στο μπάσο. Το 1968 η μπάντα πηγαίνει στο Λονδίνο ενώ το 1969-1971 κυκλοφορούν τα άλμπουμ “Taste”, “On the boards” περιοδεύοντας παράλληλα και στην Αμερική. Τελευταίο άλμπουμ το “Live Taste” το οποίο περιελάμβανε την εμφάνιση τους στο φεστιβάλ του Isle Of Wight, στο οποίο εντυπωσίασαν μένοντας ανεπηρέαστοι από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός τους είχε μόλις κλαπεί. Οι McCracken και Wilson αποχωρούν για να σχηματίσουν τους Stud και τότε ο Rory φτιάχνει τη προσωπική του μπάντα. Βρίσκει τον –χαρισματικό πιτσιρίκο τότε- Gerry McAvoy για μπασίστα (με τον οποίο συνεργάστηκε για πολλά χρόνια μετά) ενώ στα ντραμς αναλαμβάνει ο Wilgar Cambpell.
Ο Rory Gallagher ξεκινά τη δισκογραφία του μα, το καλύτερο γι αυτόν, ξεκινά και τις περιοδείες του. Η φήμη του εξαπλώνεται παντού. Τα 150άλεπτα σόου του φαντάζουν μυθικά σήμερα που οι περισσότεροι, με μια 90λεπτη παράσταση πολυμελούς γκρουπ, μοιάζουν ευτυχισμένοι...Το 1974 οι Rolling Stones τον ζήτησαν στις τάξεις τους. Όμως ο Rory αρνήθηκε. Δεν ταίριαζε, δεν «κόλλαγε» με το στυλ, την έκφραση και το «φτιασίδωμα» των Stones. Ο Rory ήταν ένας απλός, έντιμος μουσικός αφιερωμένος στο μπλουζ, βίωνε το rock αληθινά κι η ζωή του ήταν η δημιουργία κι όχι απλά το αριστοτεχνικό παίξιμο σε μια μεγάλη μπάντα.
Δεν παντρεύτηκε ποτέ, δεν έκανε παιδιά. Το αλκοόλ του κατέστρεψε τη ζωή. Τα τελευταία χρόνια ήταν ιδιαίτερα δύσκολα γι αυτόν. Πέθανε από πνευμονικό οίδημα ύστερα από τη μεταμόσχευση συκωτιού που είχε υποβληθεί. Ο Rory Gallagher έπαιξε με μερικούς από τους μεγαλύτερους μουσικούς. Ενέπνευσε πολλούς άλλους που πίνουν νερό στ όνομά του. Ο Rory πούλησε 30 εκατομμύρια δίσκους κι ακόμα πουλάει στους ορκισμένους φίλους του. Σ' όλους αυτούς που οι ήρωες δε σημαίνουν τίποτα παρά μόνο την αγάπη και την αφοσίωση σ αυτό που τους γεμίζει, σ αυτό που τους κάνει να νιώθουν καλά, σ αυτό που τάχθηκαν να δημιουργήσουν και να ζήσουν.
Στο εξωτερικό υπάρχουν πολλές tribute bands που συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να παίζουν Gallagher. Θα θυμάμαι όμως πάντα μόνο μια. Τον Αύγουστο του 2004 στο 2nd European Blues Festival στη πόλη του Βόλου, μερικές δεκάδες νοσταλγοί του Rory χόρεψαν τιμώντας τον μαζί με τη «παρέα» του, τους «Bands of Friends of Rory Gallagher», τον Gerry McAvoy (bass), τον Lou Martin (keybords), τον Ted McKenna (drums), τον Brendan O'Neil (drums), τον Gwyn Ashton (guitar), τον Dennis Greaves (guitar), Mark Feltham (harmonica) και τους υπόλοιπους που έφτασαν μέχρι εκεί...κι αυτό θα συνεχίζεται όσο υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που τον θυμούνται με την ίδια Fender Stratocaster και παίζουν δυνατά τα σόλα του…
1 σχόλιο:
gamato
Δημοσίευση σχολίου